Υπήρξε άραγε η υπερπόντια μετανάστευση των σλαβόφωνων κατοίκων της Δυτικής Μακεδονίας στη διάρκεια του Μεσοπολέμου πράξη διαμαρτυρίας και διαφοροποίησής τους από το ελληνικό κράτος, η οποία εκτόνωσε τη δυσαρέσκειά τους ή απέκρυψε την αντίθεσή τους προς την ελληνική διοίκηση; Έγινε μήπως «εξορία» στο πλαίσιο άσκησης συγκεκριμένης κρατικής πολιτικής διακρίσεων;Μήπως λειτούργησε ως μηχανισμός που μετέτρεψε τον σλαβόφωνο μακεδόνα μετανάστη σε «άλλον», σε «απειλή» και πώς αυτή η «απειλή» κινητοποίησε τον κρατικό μηχανισμό;
Επιχειρώντας να δώσει απαντήσεις σε αυτά και άλλα παρόμοια ερωτήματα, η ανά χείρας μελέτη εξετάζει την ασαφή, ασυντόνιστη και συχνά αυτοαναιρούμενηπολιτική του ελληνικού κράτους σε όλες τις φάσεις της μεταναστευτικής διαδικασίας (από την αναχώρηση και την παραμονή στο εξωτερικό έως την παλιννόστηση), όπως μάλιστα η πολιτική αυτή διαμορφώθηκε υπό την επίδραση των (υπαρκτών ή όχι) απειλών από εξωτερικούς (πραγματικούς ή φανταστικούς) εχθρούς εις βάρος της ασφάλειας των συνόρων, της εδαφικής ακεραιότητας, της εθνικής συνοχής και ομοιογένειας. Χωρίς να παραγνωρίζει τις οικονομικές και κοινωνικές αιτίες που επηρέασαν τη μετανάστευση, η μελέτη εξετάζει ένα φαινόμενο κατά βάση κοινωνικοοικονομικής κινητικότητας στην εθνική-πολιτική του διάσταση.
Ο Χρήστος Μανδατζής είναι διδάκτορας Ιστορίας του ΑΠΘ. Οι μεταπτυχιακές σπουδές του αφορούσαν ζητήματα οικονομικής και κοινωνικής ζωής στη Μακεδονία ειδικά την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα. Το διδακτορικό του μελετά το θέμα της μετανάστευσης κατοίκων της Δυτικής Μακεδονίας την περίοδο του Μεσοπολέμου. Έχει διδάξει σύγχρονη ελληνική και ευρωπαϊκή ιστορία στο Τμήμα Δημοσιογραφίας του ΑΠΘ. Μεταξύ άλλων υπήρξε υπότροφος, μεταδιδακτορικός υπότροφος και ερευνητικός συνεργάτης του Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα και του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ.