Κάποιος θα µε πει τρελή, υστερικιά, κουκουρούκου. Τώρα αυτά. Τότε, ήµουν ένα λουλούδι του µπαχτσέ. Γλυκιά, ευγενική, τσουπωτή, το φως της Αυγής − εξ ου και τ’ όνοµά µου. Τώρα, βρίζω σαν λιµενεργάτης, δεν σηκώνω πολλά-πολλά και έχω σαφρακιάσει. Τι έφταιξε; Πέρνα εσύ 30 χρόνια τάβλα, ελαφρώς βιασµένη από έναν ηλίθιο πρίγκιπα, που σε γκάστρωσε κιόλα, να σου πω εγώ. Ξυπνάς πενηντάρα, µε σακούλες κάτω από τα µάτια −γιατί ποιος να σου βάλει ενυδατική στο κώµα−, µ’ έναν στόκο για γιο κι ένα ρεµάλι να σου τρώει το βιος. Λυπάµαι, αλλά έπρεπε να πεθάνει.