Το θέμα του δημόσιου χρέους αποτέλεσε και αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της ελληνικής περιπέτειας. Η αδυναμία εξυπηρέτησής του οδήγησε τη χώρα στο πρώτο μνημόνιο και η ανάγκη εξομάλυνσης του κόστους εξυπηρέτησής του οδήγησε τους δανειστές σε μια από τις μεγαλύτερες αναδιαρθρώσεις χρέους στην πρόσφατη ιστορία.
Η διαδικασία αναθεωρήσεων των όρων εξυπηρέτησης και αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους βρίσκεται σε εξέλιξη. Ανεξαρτήτως των διαφορών τους, όλες οι εκτιμήσεις συγκλίνουν στο βασικό σενάριό τους σε έναν ορίζοντα διαιώνισης του προβλήματος, ενώ σε περίπτωση που υπάρξουν οικονομικές εξελίξεις επί το χείρον σε μια «εκρηκτική» διόγκωσή του.
Αν συνεκτιμήσουμε και την αντιστροφή των πολιτικών ποσοτικής χαλάρωσης των Κεντρικών Τραπεζών, την προαναγγελμένη ακύρωση των προγραμμάτων αγοράς ομολόγων των κρατών-μελών της Ζώνης του Ευρώ από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την εξελισσόμενη ανατιμολόγηση του κινδύνου στις αγορές ομολόγων και τις μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες εκτιμήσεις αναιμικής οικονομικής μεγέθυνσης για τις περισσότερες ανεπτυγμένες οικονομίες, τότε το ζήτημα του δημόσιου χρέους διατηρεί ακόμη χαρακτήρα ακρογωνιαίου λίθου για τις μελλοντικές εξελίξεις και επείγει μια ουσιαστική αποτίμηση των πολιτικών που ασκήθηκαν – όχι μόνο για λόγους ιστορικούς.
Οι προτάσεις για το ελληνικό χρέος δημοσιοποιούνται και αξιολογούνται ενόψει της περαίωσης και του τρίτου προγράμματος και της εξόδου στις «αγορές». Επισημαίνεται ότι μετά από μια περίοδο οχτώ και πλέον ετών κρίσης και ενώ πραγματοποιήθηκαν αρκετές παρεμβάσεις στη διαχείριση του χρέους, δεν υφίσταται μηχανισμός για την ονομαστική μείωση του χρέους των χωρών-μελών της ΟΝΕ. Σε αυτό το πλαίσιο, χρειάστηκε να «βαφτίζεται» το ελληνικό χρέος βιώσιμο προκειμένου να είναι εφικτή η παράκαμψη των άρθρων της λειτουργίας του ESM και του ΔΝΤ. Αποτέλεσμα αυτών των ελλείψεων είναι η αδυναμία παροχής καθοριστικών λύσεων για το ελληνικό χρέος, αφού τα μέτρα τα οποία ελήφθησαν αντιστοιχούσαν περισσότερο σε μέτρα για την αντιμετώπιση κρίσης ρευστότητας παρά σε μέτρα για την κρίση χρέους.
Η παρούσα δομή του ελληνικού χρέους το καθιστά ευάλωτο σε κερδοσκοπικές επιθέσεις και, ως εκ τούτου, το μετατρέπει σε παράγοντα αποσταθεροποίησης. Εξάλλου, η μακροχρόνια διατήρηση του υψηλού χρέους σε νόμισμα που δεν ελέγχεται από την εγχώρια Κεντρική Τράπεζα περιέχει ένα εγγενές στοιχείο αποσταθεροποίησης, το οποίο ενισχύει τις κρίσεις και ανατροφοδοτεί τις κερδοσκοπικές επιθέσεις. Όπως γίνεται αντιληπτό από την αξιολόγηση των παρεμβάσεων στην καθαρή παρούσα αξία του χρέους, τα όρια της χρηματοοικονομικής μηχανικής εξαντλήθηκαν. Αν δε γίνει περικοπή της ονομαστικής αξίας του ελληνικού χρέους, δεδομένης της τροχιάς του, τότε η λύση στο θέμα του χρέους μετατοπίζεται στον εικοστό δεύτερο αιώνα.
Παρακαλώ, συμπληρώστε το email σας και πατήστε αποστολή.