Από τη δεκαετία του `60, ζούμε σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από την αντίληψη ότι τα φάρμακα μπορούν να θεραπεύσουν τα προβλήματα που στις μέρες μας αποκαλούνται "ψυχικές ασθένειες"· προβλήματα που στο παρελθόν ήταν γνωστά με όρους όπως παραφροσύνη, τρέλα, παράνοια και νεύρωση. Με τη λέξη "ίαση" εννοώ την αντίληψη ότι τα φάρμακα μπορούν να βελτιώσουν τα συμπτώματα βοηθώντας να διορθωθεί ο υποκείμενος παθολογικός μηχανισμός που εικάζεται ότι τα προκαλεί. Αυτός ο τρόπος σκέψης εξαπλώνεται, όλο και περισσότερο, και εκτός της ψυχιατρικής και τα φάρμακα έχουν φτάσει να θεωρούνται ότι έχουν θεραπευτικό ρόλο σε όλες τις καταστάσεις όπου οι άνθρωποι νιώθουν ότι δεν είναι αποδοτικοί ή δεν λειτουργούν τόσο καλά όσο θα έπρεπε. Τέτοιες καταστάσεις "διαγιγνώσκονται" ως κατάθλιψη, δυσθυμία, άγχος, κοινωνική φοβία, κατάχρηση ουσιών, ψυχαναγκαστική διαταραχή αγορών, προεμμηνορροϊκό σύνδρομο κ.τ.λ., και συνταγογραφούνται φάρμακα για την αντιμετώπισή τους. Η ιστορία για το πώς φτάσαμε να βλέπουμε τα φάρμακα με αυτόν τον τρόπο, δηλαδή ως ειδικές αγωγές για ειδικές ψυχικές διαταραχές (ή συλλογές συμπτωμάτων), και το ερώτημα του αν αυτός ο τρόπος σκέψης είναι σωστός ή δικαιολογημένος, αποτελεί το αντικείμενο αυτού του βιβλίου.
Η Joanna Moncrieff διδάσκει στο Τμήμα Επιστημών Ψυχικής Υγείας του Πανεπιστημίου του Λονδίνου (University College London), και είναι ένα από τα ιδρυτικά μέλη του Δικτύου Κριτικής Ψυχιατρικής (Critical Psychiatry Network).