Οι πρώτοι τρεις μήνες της γερμανικής εισβολής χαρακτηρίστηκαν από μεγάλες στρατιωτικές επιτυχίες, οι οποίες κάθε φορά θεωρούντο ως οι προάγγελοι επικείμενης κατάρρευσης του Ερυθρού Στρατού. Οι κυκλώσεις στο Μπιαλιστόκ-Μινσκ, Σμολένσκ, Ουμάν και Κίεβο, με τους τεράστιους αριθμούς αιχμαλώτων και τις μεγάλες ποσότητες κυριευθέντος και καταστραφέντος οπλισμού, υπήρξαν στρατιωτικά επιτεύγματα πρώτου μεγέθους, που εδραίωσαν τη γενική πεποίθηση για το αήττητο της Wehrmacht και την αναπόφευκτη συντριβή της ΕΣΣΔ. Ομως ένας προσεκτικός παρατηρητής θα εντόπιζε κάποιες «σκιές» στις εντυπωσιακές αυτές επιτυχίες.
Στο τέλος Σεπτεμβρίου, ο πόλεμος είχε ήδη εισέλθει στον τέταρτο μήνα του, διπλάσιο χρόνο από αυτόν που απαιτήθηκε για την υποταγή της Γαλλίας, αν και όλοι οι στρατιωτικοί ειδικοί εκτιμούσαν τη μαχητική αξία των Γάλλων πολύ ανώτερη αυτής του Ερυθρού Στρατού. Η Wehrmacht, με την Επιχείρηση «Barbarossa» έθεσε ως στρατηγικό στόχο τη συντριβή των Σοβιετικών και την παράλυση της θέλησής τους για τη συνέχιση της σύγκρουσης. Αυτός ο στόχος, παρά την αρχική αισιοδοξία που δημιούργησαν οι εντυπωσιακές επιτυχίες, δεν επιτεύχθηκε. Αντίθετα, οι Σοβιετικοί, εκόντες άκοντες, συσπειρώθηκαν γύρω από την ηγεσία τους, πολέμησαν με αυξανόμενη αποφασιστικότητα και υπέμεναν με καρτερία τις τρομακτικές δοκιμασίες της πολεμικής περιόδου. Η μέχρι τότε θριαμβεύτρια Γερμανία φαινόταν να εισέρχεται σε ένα επικίνδυνο στρατηγικό τέλμα που θα οδηγούσε τελικά στη συντριβή της στο Ανατολικό Μέτωπο, σηματοδοτώντας την αρχή του τέλους του Γ` Ράιχ.