Τα πέπλα της νύχτας είχαν καλύψει την πλάση και αυτός έριξε τα μάτια του στο έδαφος. Στα απομεινάρια της πράξης του. Απόκοσμο ύφος που τρόμαζε όλα τα δαιμόνια και έσβηνε τις φωτιές της κόλασης. Πίστευε πως στο τέλος, εκείνο το βάρος που καταπλάκωνε το στήθος του θα αποχωρούσε, μα αυτό, τον είχε συνθλίψει. Σήκωσε το βλέμμα και βγήκε έξω. Πήρε στα χέρια του το σάκο, που ήταν πεταμένος στο πορτ- μπαγκάζ και εξαφανίστηκε.
Το παρελθόν του Σκάι παραμένει άγνωστο σε πολλούς. Αυτό που τον έτρεψε σε φυγή, εγκαταλείποντας όσα έχτισε με κόπο. Και βρέθηκε να ταξιδεύει, συναντώντας όμοιους ανθρώπους, δραπέτες της ζωής.
Όσα δε μπορεί να ξεχάσει, όσα δεν αντέχει να αρθρώσει και όσα έπαψε να νιώθει, υπάρχουν γραμμένα σε ένα φθαρμένο απόκομμα μιας εφημερίδας, που κρατά πάντα μαζί του. Το όνομά του, έχει ιστορία. Το χαμένο χαμόγελό του, η κλειδωμένη καρδιά του και η άγρια όψη του, έχουν δικαιολογία.
Ο ήλιος έπαιζε, πετώντας τις αχτίδες του ολούθε. Μα, εκείνη δε χρειαζόταν το φως του για να ζήσει. Από μόνη της μια λάμψη και όσοι την έβλεπαν να απολαμβάνει τον πρωινό της περίπατο, τη χαρακτήριζαν ως αγγελόπλαστο θηλυκό. Μέχρι που ο φόβος έσπασε την εικόνα σε χίλια κομμάτια.
Η Ρόουζ είναι ένα ορφανό κορίτσι που επιβιώνει στους επικίνδυνους δρόμους της Αμερικής. Πολλοί γνωρίζουν την ιστορία της, μα ελάχιστοι την αλήθεια. Τα γαλάζια της μάτια, το μέσο για να τρυπώνει στους Δαίδαλους των ψυχών. Το χαμόγελό της, όμοιο με κόκκινο θάμπος και η αγνή καρδιά της, το ισχυρότερο όπλο.
Τι θα συμβεί όμως, όταν ένα τριαντάφυλλο συναντήσει το μολυβένιο ουρανό;
Μπορεί ο έρωτας, η καλοσύνη και το θάρρος να νικήσουν το κακό;
Μπορεί η ζωή να έχει δυο πλευρές;
Κι όμως...