[...]
Ως κι η πέτρα χάνει τ’ άσπαστό της
στο χείλος του γκρεμού.
Εσύ θα το εγκατέλειπες ποτέ για ’μένα;
Μη φοβάσαι...
Μη διστάζεις...
Ως και τα θραύσματά σου προτίθεμαι ν’ αγκαλιάσω.
[...]
Ο ανεμόμυλος κι ο φάρος
να χαιρετιστούν θέλω ξανά.
Να κάνουν σινιάλο ο ένας στον άλλο,
γυρνώντας κι αναβοσβήνοντας,
για να δείξουν χαρούμενοι το σμίξιμό μας
και να δώσουν την ευχή αυτήν τη φορά να ’ναι αειθαλές...