Φίλε μου, όταν ένας άνθρωπος ζει, ζει και δεν φαίνεται. Λοιπόν, προσπαθήστε, ενώ φαίνεται, να τοποθετήσετε μπροστά του έναν καθρέφτη, καθώς ζει υπό το κράτος των παθών του. Τότε ή μένει έκθαμβος και κατάπληκτος από την όψη του ή αποστρέφει το βλέμμα του για να μη δει τον εαυτό του, ή έξω φρενών φτύνει την εικόνα του, ή θυμωμένος τραβά μια γροθιά για να την καταστρέψει. Κι αν έκλαιγε ‒ δεν μπορεί πια να κλάψει, αν γελούσε ‒ δεν του είναι πια δυνατόν. Οπωσδήποτε κάτι δυσάρεστο γεννιέται. Αυτό το δυσάρεστο είναι το θέατρό μου.
Λουίτζι Πιραντέλλο, συνέντευξη στην Corriere della Sera
Η Ερσίλια Ντρέι δεν αντέχει τη ζωή της και αποπειράται, χωρίς αποτέλεσμα, να αυτοκτονήσει. Ενώ διηγείται τους λόγους, αποσιωπά τις αδυναμίες της και κρύβει την ηθική της γυμνότητα. Τα πρόσωπα του έργου με φράσεις, που σε πρώτη ανάγνωση φαίνονται άσχετες, ακατανόητες και χαώδεις, εκθέτουν τον ανθρώπινο ψυχισμό και παρουσιάζουν, το καθένα, τη δική του πραγματικότητα.