Ο Χανς ανακεφαλαιώνει σε διάστημα λίγων ωρών την αποτυχία της αισθηματικής και επαγγελματικής του ζωής. Καταφεύγει στα σκαλιά του κεντρικού σιδηροδρομικού σταθμού σαν ζητιάνος, περιμένοντας (ή κάνοντας πως περιμένει) την επιστροφή της Μαρί, μιας γυναίκας την οποία αγάπησε κι έχασε και που εκείνη την ημέρα γυρίζει από το γαμήλιο ταξίδι της στη Ρώμη. Μακρύς μονόλογος χωρίς ψευδαισθήσεις, ανάμεικτος με προσωπικές μνήμες, που διακόπτεται μόνο από λίγες τηλεφωνικές συνομιλίες και μια σύντομη επίσκεψη του πατέρα: μια αφηγηματική φόρμα που ταιριάζει στην απόλυτη ένδεια του προσώπου, την ανικανότητά του να διεκδικήσει μια πλήρη μυθιστορηματική αλήθεια.
Ο Χανς προέρχεται από αστική οικογένεια. Η απόφασή του να γίνει κλόουν τον ρίχνει στο περιθώριο της καλής κοινωνίας, που ζει το όνειρο του γερμανικού θαύματος. Ανήκει στη γενιά εκείνων που, αν και πολύ νέοι για να στρατευθούν, μεγάλωσαν ακούγοντας τα ναζιστικά σλόγκαν. Η νέα κοινωνία της αφθονίας, που χτίστηκε πάνω στα ερείπια του πολέμου, είναι στα μάτια του αμετάκλητα ύποπτη, αφού οι πρωταγωνιστές της, λιγότερο ή περισσότερο εκτεθειμένοι στον ναζισμό, εξαγοράζουν φτηνά την καθαρή του συνείδηση. Και ο «προοδευτικός καθολικισμός», που επικρατεί στους αστικούς κύκλους της Βόννης, συμμετέχει πλήρως στη διάχυτη υποκρισία. Η ίδια του η μητέρα προεδρεύει σε μια επιτροπή για την «προσέγγιση των φυλών», μολονότι έχει προηγουμένως στείλει την κόρη της στην αντιαεροπορική άμυνα, για να διώξει τους Εβραίους από την «ιερή γερμανική γη». Εναντίον όλων αυτών στρέφει τα βέλη του ο Χανς, χωρίς να κρύβει την προσωπική του πικρία. Η Μαρί τον εγκατέλειψε για να παντρευτεί έναν από εκείνους τους μοντέρνους καθολικούς με τις μεγάλες προοπτικές που βρίσκονται στο προσκήνιο. Στην κοινωνική υποκρισία ο Χανς αντιπαραθέτει την αληθινή μάσκα του σαλτιμπάγκου. Αλλά ο μορφασμός του κλόουν, μια απάντηση αισθητικο-ηθική, όχι όμως και ιδεολογική ή πολιτική, παραμένει θλιβερά αδύναμος. Πρόκειται για το μυθιστόρημα του τέλους της εποχής του Αντενάουερ. Κάτω από τη μελαγχολία του κλόουν που, όπως λέει ο ίδιος ο Μπελ, δεν έχει καμία σχέση με τον πεσιμισμό, χαράζει η στιγμή της εξέγερσης. Φεύγει ο κλόουν και έρχεται η στιγμή της Καταρίνα Μπλουμ.
Jean-Jacques Pollet Le Nouveau dictionnaire des œvres (Laffont-Bompiani)
***
Την ιστορία αυτού του βιβλίου μπορώ να την αφηγηθώ με λίγες μόνο λέξεις. Για ένα διάστημα, συνεργάστηκα με κάποιους φίλους σε μια εφημερίδα που ονομαζόταν Λαβύρινθος. Γνωρίζετε την ιστορία του Θησέα και της Αριάδνης. Χρειάστηκε να εγκαταλείψουμε αυτή την εφημερίδα, όχι μόνο για οικονομικούς λόγους αλλά και γιατί δεν ξέραμε πώς να συνεχίσουμε. Καθένας από εμάς –ήμασταν τέσσερις– έγραψε ένα μικρό σημείωμα όπου προσπαθούσε να εξηγήσει αυτή την αποτυχία· στη δική μου εκδοχή, επρόκειτο για μια ερμηνεία του μύθου του Θησέα και της Αριάδνης, στον οποίο βασίζεται και η πλοκή του μυθιστορήματος. Ο Θησέας βρίσκεται στον λαβύρινθο, η Αριάδνη κόβει το νήμα της επιστροφής και, ιδού, κλείνει η παγίδα. Και αυτός ο λαβύρινθος –μπορώ μάλιστα να σας το επιβεβαιώσω με κατηγορηματικό τρόπο, γιατί γνωρίζω τη σχέση αιτίου-αιτιατού, το ευρύτερο πλαίσιο– είναι ο γερμανικός πολιτικός καθολικισμός. Πρόκειται για τη συνέχιση της εφημερίδας με τη μορφή μυθιστορήματος. Ένα τέτοιο βιβλίο δεν μπορεί παρά να εξεταστεί επίσης από πολιτική και ηθική σκοπιά.
Από συνέντευξη του Χάινριχ Μπελ στον Heinz Ludwig Arnold
***
Ο Χανς παρουσιάζεται ως ξένος μέσα στον κόσμο που τον περιβάλλει, καθώς έχει από πολύ νωρίς απορρίψει το αστικό ιδανικό του οικογενειακού μικρόκοσμου. Είναι ο αρχετυπικός καλλιτέχνης, ο οποίος έχει καταστήσει επίκεντρο της ύπαρξής του κάτι που για τους αστούς δεν είναι παρά ένας τρόπος να περάσουν τον ελεύθερο χρόνο τους – απαντά εδώ, επομένως, η προβληματική του καλλιτέχνη, βασική θεματική της λογοτεχνίας από τον ρομαντισμό και εξής. Με τον τρόπο αυτό, το μυθιστόρημα σκηνοθετεί την αντιπαλότητα μεταξύ υποκειμένου και κοινωνίας, εστιάζοντας στις προσπάθειες του πρωταγωνιστή να αντισταθεί στις νόρμες και τις αξιώσεις του κοινωνικού του περίγυρου. Ο Χανς δεν επενδύει στις αξίες της καπιταλιστικής κοινωνίας, αρνείται να υποτάξει την ιδιωτική του ζωή, τον έρωτά του, στους ηθικούς κανόνες της κοινωνίας και της Εκκλησίας. Αντιθέτως, διεκδικεί το δικαίωμα να ζει και να αγαπά σύμφωνα με τις δικές του αξίες και μια προσωπική ηθική. Και δεν υποχωρεί, ούτε όταν συνειδητοποιεί ότι η μόνη δυνατή κατάληξη της στάσης του αυτής είναι η απομόνωση. Το μυθιστόρημα του Böll δεν ενδιαφέρει μόνο ως κριτικό πορτρέτο της μεταπολεμικής Γερμανίας, ή ως χαρακτηριστικό δείγμα μιας συγκεκριμένης λογοτεχνικής περιόδου, αλλά παραμένει επίκαιρο, καθώς και η σημερινή κοινωνία έχει απόλυτη ανάγκη την εγρήγορση και την ενδοσκόπηση που μας διδάσκουν «ενοχλητικοί» συγγραφείς όπως ο Böll, όπως άλλωστε και τις δυσάρεστες απόψεις των απανταχού κλόουν τους.
Από το Επίμετρο της Αλεξάνδρας Ρασιδάκη
***
Ο Χάινριχ Μπελ γεννήθηκε το 1917 στην Κολωνία και πέθανε το 1985 στο Μπόρνχαϊμ-Μέρτεν. Χάρη στις λογοτεχνικές του αρετές, καθιερώθηκε πολύ γρήγορα ως ένας από τους πιο αναγνωρισμένους Γερμανούς συγγραφείς. Τιμήθηκε με τα βραβεία Μπύχνερ (1967) και Νόμπελ (1972).
Ο Μπελ αξιοποίησε τη φήμη του για να αναμειχθεί ενεργά στη δημόσια συζήτηση. Χάρη στην πνευματική του ακεραιότητα, τον ουμανισμό του και το κριτικό του πνεύμα, έγινε ένας από τους πιο έγκυρους εκπροσώπους της μεταπολεμικής δημοκρατικής Γερμανίας – ενώ ποτέ δεν έπαψε να κρίνει με αυστηρότητα τα πεπραγμένα των γερμανικών κυβερνήσεων.
Οι ανθρωπιστικές αξίες της πιστής στον καθολικισμό οικογένειάς του, που ήταν αντίθετη στον ναζισμό, επηρέασαν βαθιά τον συγγραφέα. Τα πρώτα του διηγήματα (όπου είναι εμφανής η επίδραση του Χέμινγουεϋ και του Στάινμπεκ) φέρνουν στο προσκήνιο πρόσωπα πληγωμένα, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Αλλά και, αργότερα, σχεδόν όλοι του οι ήρωες έχουν κοινά χαρακτηριστικά. Είναι περιθωριακοί, ευάλωτοι, αντιτίθενται στον πόλεμο, την εξουσία, την επίσημη ιδεολογία της ανόρθωσης και της ανοικοδόμησης. Στην κυρίαρχη ιδεολογία αντιπαραθέτουν τις δικές τους αξίες: τον ανθρωπισμό, τον αντιμιλιταρισμό, την αλληλεγγύη, την αγάπη, την άρνηση της λήθης του ναζιστικού παρελθόντος, καθώς και μια πολύ προσωπική και ιδιαίτερη χριστιανική πίστη, που επιτρέπει την αυστηρή κριτική κατά της επίσημης Εκκλησίας.
Ruth Vogel Dictionnaire du monde germanique, éd. Bayard, 2007, σ. 136
Από τις εκδόσεις Πόλις κυκλοφορούν επίσης τα βιβλία του Χάινριχ Μπελ Ομαδικό πορτρέτο με μία κυρία και Μπιλιάρδο στις εννιάμισι.