Με μισές αλήθειες οι λαοί καλλιεργούν και θρέφουν τις εθνικές τους προκαταλήψεις. Μέσα σ’ ένα περιβάλλον εθνικής αυταρέσκειας, οι εθνικές προκαταλήψεις, απαλλαγμένες από ατομική συνείδηση και συναισθήματα, αποκτούν τη σκληρότητα ενός λαϊκού κατηγόρου. Κανένα ελαφρυντικό δεν γίνεται δεκτό. Έτσι η απλούστευση των κατηγοριών αποκτά μια ιδιαίτερη τεχνική, και η γενίκευση γενικεύεται ως κανόνας. Φταίχτες είναι οι άλλοι.
Από αντίδραση λοιπόν στις κατηγορίες αυτών των προκαταλήψεων, ίσως προκατειλημμένος κι εγώ, τοποθετώ συνειδητά τα πρόσωπα του έργου μου σ’ ένα οριακό μεταίχμιο ελληνικής παρακμής. Σ’ ένα επαρχιακό τοπίο, όπου η αγωνία της επιβίωσης προηγείται από την εφαρμογή των οικονομικών διατάξεων, και η ανυποταξία στους νόμους γίνεται καθημερινή άσκηση επιβίωσης. Σ’ αυτό το τοπίο οι κατηγορούμενοι δεν κατανοούν ποτέ με ακρίβεια τους λόγους για τους οποίους κατηγορούνται. Η απολογία τους είναι πάντα αδύναμη, γιατί το κατηγορητήριο βασίζεται πάντα σε μισές αλήθειες. Αλλά όταν η μισή αλήθεια συμπληρώνεται από προκατάληψη είναι αρκετή για καταδίκη.
γ.τ.