Ὁ Ἀλκιβιάδης εἶναι μία τῶν πλέον ἀμφιλεγομένων μορφῶν τῆς κλασσικῆς ἀρχαιότητος, ἐξ αἰτίας τῆς πολυσχιδοῦς προσωπικότητός του. Ὁ Ἀλκιβιάδης εἶχεν ὅλα τά φυσικά καί κυρίως νοητικά ἐφόδια, διά νά ἀναλάβῃ τά ἡνία τῆς δημοκρατίας τῶν Ἀθηνῶν καί νά δοξάσῃ τάς Ἀθήνας. Ὅραμά του ἀπό νεαρᾶς ἡλικίας ἦτο ἡ κατάκτησις τοῦ δυτικοῦ κόσμου πρῶτον καί ἐν συνεχείᾳ τοῦ ἀνατολικοῦ ὑπό τήν ἡγεμονίαν τῶν Ἀθηνῶν. Πλήν ὅμως τό ὅραμα αὐτό ἔμελλε, ἐν μέρει τοὐλάχιστον, νά πραγματοποιήσῃ ἕναν αἰώνα ἀργότερον ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος.
Ὁ Ἀλκιβιάδης ἔτυχεν έλαχίστης φροντίδος διδασκάλων κατά τά πρῶτα καί πλέον κρίσιμα ἔτη τῆς ζωῆς του. Ὅταν πλησιάζῃ ὁ Σωκράτης τόν Ἀλκιβιάδην, αὐτός ἦτο εἰς τό 20όν ἔτος τῆς ἡλικίας του. Ἡ διαμόρφωσις τοῦ χαρακτῆρος του εἶχεν συντελεσθῆ καί ἤδη τά δείγματα τῆς ἀμέτρου φιλοδοξίας, τῆς τρομερᾶς του διορατικότητος καί τῆς μεταβλητότητος τῶν ἀρχῶν του ἦσαν παρόντα.
Ὁ Ἀλκιβιάδης ἀπό νεαρωτάτης ἡλικίας ἐφανέρωσεν τήν ἰδιοφυῆ ἰδιοσυγκρασίαν του πρός ἀμφοτέρας τάς κατευθύνσεις, τῆς ἀρετῆς καί τῆς κακίας. Ἡ ἄμετρος φιλοδοξία του συνωδεύεται ἀπό τήν ὀξύνοιαν καί τήν προσαρμοστικότητα εἰς ὅλας τάς περιπλόκους περιστάσεις, εἰς τάς ὁποίας τόν ἔρριπταν τά παράτολμα ὁράματά του. Ὅμως ἡ ἔλλειψις ὀρθῆς παιδείας καί ἡ ἐπιείκεια, τήν ὁποίαν ἐπεδείκνυε τό περιβάλλον του κατά τά πρῶτα ἔτη τὴς ζωῆς του, ὅταν ἔθελγε τούς πάντας μέ τά χαρίσματά του, προφανῶς ὑπῆρξεν καί ἡ αἰτία τῆς ἐλλείψεως σταθεροῦ προσανατολισμοῦ καί κυρίως τῆς ἐλλείψεως τοῦ "γνῶθι σαυτόν".