Πριν χρόνια μια γιαγιά απ' τα Νοτιόχωρα μου εκμυστηρεύτηκε ότι στην Κατοχή περιέθαλψε μια χήρα με το ορφανό κοριτσάκι της, που υπέφεραν απ΄ την πείνα, μιας και στα χωριά η κατάσταση ήταν πιο υποφερτή. Όμως η "ευεργετούεμενη" τα "έφτιαξε" με τον άντρα της! Θολώνει η "ευεργέτιδα", αρπάζει τον κόπανο και της τον φέρνει στο κεφάλι. Πέφτει κάτω συναίματη η άλλη. Η γυναίκα τα χάνει απ' την πράξη της και παίρνει τα βουνά και τα λαγκάδια με την βεβαιότητα πως έκανε φόνο. Αποφασίζει να παραδοθεί και γυρίζει σπίτι της. Φόνος δεν είχε γίνει. Οι γείτονες περιμάζεψαν την τραυματισμένη και το περιστατικό αποσιωπήθηκε. "Από τότε δεν μιλήσαμε ποτέ γι' αυτό, μου λέει η γιαγι, ούτε με κανέναν, ούτε με τον άντρα μου.Τόσα χρόνια πρώτη φορά το λέω σε σένα. Και ξέρεις γιατί;" ρωτά. "Γιατί;" απορώ. "Για να το γράψεις, γιατί θα πεθάνω και θα πεθάνει κι αυτό".