Η δεύτερη επικαιροποιημένη και εμπλουτισμένη έκδοση της Astbooks με τίτλο «Σύγχρονη Κοστολόγηση και Ε.Λ.Π.» του Δημήτρη Κωνσταντόπου-λου έχει γίνει με την προσθήκη θεμάτων που προήλθαν από παρατηρήσεις και ερωτήματα συναδέλφων λογιστών στη διάρκεια εκπαιδευτικών σεμιναρίων, με θέμα το budgeting και την κοστολόγηση.
Ειδικότερα, προστέθηκε το 5ο κεφάλαιο με αποκλειστικό αντικείμενο την κοστολόγηση και την οικονομική ανάλυση των επιχειρήσεων παρο-χής υπηρεσιών.
Επίσης έχουν προστεθεί γνωματεύσεις του ΣΛΟΤ (2022-2023) σχετικές με την ορθή τεκμηρίωση του κόστους στα λογιστικά βιβλία των επιχειρήσε-ων.
Περαιτέρω, για να γίνει κατανοητή σε βάθος η έννοια του κόστους, είναι χρήσιμοι ουκ ολίγοι ορισμοί, που είναι το αντικείμενο του πρώτου κεφαλαίου του παρόντος. Είναι, όμως, πολύ σημαντική και η εμπειρία του λογιστή–κοστολόγου, που εκτός των άλλων θα πρέπει να γνωρίζει σε βάθος τη λει-τουργία της οντότητας.
Σε κάθε περίπτωση, ο βασικός σκοπός του παρόντος είναι να βοηθήσει τον λογιστή-κοστολόγο ή αναλυτή προκειμένου να ανταποκριθεί στις εξής δύο βασικές ανάγκες της «σύγχρονης κοστολόγησης»:
• Την ορθή εφαρμογή των ΕΛΠ και κατ’ επέκταση της φορολογικής νο-μοθεσίας για τα θέματα της κοστολόγησης και, ακόλουθα, της αποτί-μησης των αποθεμάτων.
• Την παροχή των κατάλληλων στοιχείων προκειμένου να μπορεί να ληφθεί μια ορθή επιχειρηματική απόφαση.
Η εφαρμογή των ΕΛΠ σε ότι αφορά το κόστος κτήσης αλλά και την επιμέ-τρηση τέλους χρήσης όλων των στοιχείων του ενεργητικού είναι επιστημονικά ορθή και αποδεκτή για τη διαδικασία μιας σύγχρονης κοστολόγησης.
Όμως, υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους ο υπολογισμός του απο-λογιστικού κόστους παραχθέντων ή πωληθέντων σύμφωνα με τα ΕΛΠ δεν είναι αρκετός ή κατάλληλος για την λήψη αποφάσεων:
• Ο ανταγωνισμός στις ημέρες μας είναι έντονος, η τεχνολογία αναπτύσ-σεται ραγδαία ενώ οι αγορές διεθνοποιούνται.
• Η λογική που ίσχυε τον προηγούμενο αιώνα ότι η τιμή πώλησης ενός αγαθού βασίζεται στο απολογιστικό κόστος της προηγούμενης περιό-δου πλέον ενός ικανοποιητικού περιθωρίου κέρδους δεν ισχύει σήμε-ρα.
• Ο ανταγωνισμός διαμορφώνει διαρκώς νέες συνθήκες και τιμές στην αγορά για τα προϊόντα που συχνά δεν επιτρέπουν τη λειτουργία της οντότητας με τον παραδοσιακό τρόπο.
• Υπάρχει η ανάγκη να βρεθεί το κόστος για κάθε δραστηριότητα της ο-ντότητας και να υπολογιστούν με βάση τα ισχύοντα στην αγορά, το ύψος των πωλήσεων ή της χρησιμότητας που είναι απαραίτητο για την κάθε δραστηριότητα ξεχωριστά ώστε να παραμένει βιώσιμη.
• Το κόστος της κάθε δραστηριότητας δεν αναγνωρίζεται κατ’ ανάγκη ως μέρος του κόστους παραγωγής από τα ΕΛΠ.
• Μέρος του κόστους πωληθέντων στην πράξη μπορεί και να προέρχεται από δαπάνες που χαρακτηρίζονται ως δαπάνες διοίκησης ή διάθεσης με βάση τα ΕΛΠ, όμως το ποσό αυτό είναι κρίσιμο να προσμετράται ως κόστος για τη λήψη μιας επιχειρηματικής απόφασης.
• Επίσης, συχνά, το κόστος παραγωγής ενός είδους σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή για συγκεκριμένη παραγγελία διαφέρει από το απολο-γιστικό κόστος του είδους αυτού.
• Σε άλλες περιπτώσεις, προκειμένου να ανταποκριθούμε στην παραγ-γελία ενός πελάτη που δεν είχαμε λάβει υπόψη στον αρχικό σχεδια-σμό, πρέπει να υπολογίσουμε στο κόστος αυτής της παραγγελίας και χρηματοοικονομικά έξοδα που, όμως, αυτό πιθανόν δεν είναι αποδε-κτό αφού δεν εφαρμόζουμε αυτή τη λογιστική πολιτική.
Αντιλαμβάνεται κάποιος ότι αν και τα ΕΛΠ είναι σύγχρονα και εξελιγμένα, δεν είναι ικανά με μόνη την εφαρμογή τους να ικανοποιήσουν τις σύγχρονες ανάγκες μιας σύγχρονης οντότητας.
Για τους λόγους αυτούς, στο κεφάλαιο 1 αναπτύσσονται οι έννοιες της οικονομικής ανάλυσης (σταθερό και μεταβλητό κόστος, οριακό κόστος, δια-φορικό κόστος πρότυπο κόστος κ.λπ.) έννοιες που είναι χρήσιμες για τη λήψη μιας επιχειρηματικής απόφασης.
Στο κεφάλαιο 2 αναλύονται τα στοιχεία του κόστους για όλες τις κατη-γορίες των παραγομένων, αγαθών ή υπηρεσιών.
Στο κεφάλαιο 3 ακολουθεί αναλυτικά και με παραδείγματα η διαδικασία της κοστολόγησης με ιδιαίτερη βαρύτητα στην ορθότητα της κατανομής του κόστους, ανάμεσα στα παραγόμενα και τα αποθέματα τέλους, σύμφω-να με τα ΕΛΠ και τη φορολογική νομοθεσία.
Στο κεφάλαιο 4 έχει ως αντικείμενο τη λήψη αποφάσεων κυρίως μέσω μιας εκτενούς πρακτικής εφαρμογής μιας βιομηχανικής οντότητας που πρέπει να λάβει αποφάσεις ενόψει διαφορετικών καταστάσεων και περιστατι-κών, αντιμετωπίζοντας έτσι προκλήσεις, όπως αυτές που αντιμετωπίζει η πλειονότητα των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων στη χώρα μας. Μέσα από τις εφαρμογές του κεφαλαίου 4 αναφέρονται στην πράξη και συνδυαστικά όσα έχουν αναφερθεί στα τρία πρώτα κεφάλαια του ανά χείρας βιβλίου.
Τέλος, στο νέο κεφάλαιο 5, αναλύεται η κοστολόγηση της παροχής υ-πηρεσιών, περιλαμβάνοντας βασικές αρχές, το κόστος προσωπικού, αλλά και την κοστολόγηση – οικονομική ανάλυση δικηγορικής εταιρείας καθώς και εισαγωγή στην κοστολόγηση ξενοδοχειακών μονάδων.