Σαν το δίκιο που μας πνίγει και ψάχνει ανάσα σε ένα ξέσπασμα.
Σαν το άδικο που μας πλακώνει και ψάχνει αχτίδα ελπίδας.
Σαν την απόφαση να πούμε «ως εδώ, δεν σφαγιάζουμε άλλα όνειρα».
Σαν τον έρωτα που μας καίει και λέμε «χαλάλι».
Σαν την αγάπη, που σε ψηλώνει κάθε που τη μοιράζεις και σε ζεσταίνει κάθε που την εισπράττεις.
Κάπως έτσι οι προτάσεις, λέξη-λέξη, φύτρωσαν στην ψυχή, πέρασαν στον νου και κατέληξαν στις άκρες των χεριών να αποτυπώνονται στο χαρτί.
Από πολύ μικρός, μου άρεσε να γράφω ιστορίες. Κάποια στιγμή σταμάτησα – οι υποχρεώσεις πολλές, η καθημερινότητα της πρωτεύουσας αδυσώπητη. Κατά τα μέσα-τέλη της δεκαετίας του 2000 ξανάρχισα όχι μόνο να γράφω σύντομα διηγήματα, στον υπολογιστή πια, αλλά και δειλά-δειλά να τα δημοσιεύω σε διάφορες ιστοσελίδες οι οποίες με τίμησαν με τη φιλοξενία τους. Στην πορεία με συνάντησε επίσης το χαρτί και το μελάνι: οι τακτικές δημοσιεύσεις στην εφημερίδα Επικαιρότητα της Καρδίτσας, όπως και η μόνιμη στήλη με τίτλο «Η Αθέατη Πλευρά της Αίθουσας» στο περιοδικό Σελιδοδείκτης.
Στο βιβλίο τούτο περιλαμβάνονται σχεδόν όλες οι μικρές καθημερινές και αθέατες ιστορίες (είτε προσωπικές και δικών μου ανθρώπων είτε άλλων, άγνωστων σε μένα, πραγματικών ή φανταστικών) που έχουν κατά καιρούς δημοσιευτεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα. Κάποιες από αυτές αποτέλεσαν παλιότερα μία άλλη, μικρότερη συλλογή διηγημάτων, της οποίας η έκδοση για εξωγενείς λόγους διακόπηκε απότομα. Αυτή τη φορά μπήκε μια Άνω Τελεία που άλλαξε τα δεδομένα και η προσπάθεια ολοκληρώθηκε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο...