Δίψα για εκδίκηση, αιματοβαμμένα στιλέτα, φονικά δηλητήρια και πλείστες περιπέτειες κυριαρχούν σε τούτο το βιβλίο, αναδεικνύοντας έναν διαχρονικό δημιουργό που επεξεργάστηκε θέματα υψηλής δραματικότητας για να παρουσιάσει ανάγλυφο και παλλόμενο το όραμα της πιο παράφορης ζωής. Ο Σταντάλ, κορυφαίος εκπρόσωπος του ρεαλισμού στον 19ο αιώνα, διείσδυσε με απαράμιλλη οξυδέρκεια στην ψυχολογία των ηρώων του. Το σκηνικό όπου εκτυλίσσονται οι αφηγήσεις αυτής της συλλογής είναι μία εξιδανικευμένη εκδοχή της Ιταλίας, η οποία για τον ίδιο είχε παραμείνει ανόθευτη από τις ηθικές αναστολές και τον κομφορμισμό της μπουρζουαζίας. Από την ασφυκτική ατμόσφαιρα των αριστοκρατικών μοναστηριών μέχρι τις φρικαλεότητες της οικογένειας Τσέντσι, στα Ιταλικά χρονικά παρακολουθούμε ανθρώπους παθιασμένους, αχαλίνωτους, αφιερωμένους στο λεγόμενο κυνήγι της ευτυχίας. Ιστορίες βίαιες και τραγικές, εμπνευσμένες οι περισσότερες από πραγματικά γεγονότα, με τον Σταντάλ να χρησιμοποιεί ακριβώς το παρελθόν ως καμβά προκειμένου να εξετάσει τις ακραίες συμπεριφορές των χαρακτήρων του, τον αγώνα τους ενάντια στην κυριολεκτική και μεταφορική καταπίεση, την προσπάθειά τους να κατακτήσουν την ελευθερία.
«Στην Ιταλία λοιπόν και μόνο τον δέκατο έκτο αιώνα μπόρεσε να εμφανιστεί, για πρώτη φορά, αυτός ο παράξενος χαρακτήρας. Μόνο στην Ιταλία και στον δέκατο έβδομο αιώνα μια πριγκίπισσα έλεγε, τρώγοντας ένα απολαυστικό παγωτό το απόγευμα μιας πολύ ζεστής ημέρας: Τι κρίμα που δεν είναι αμαρτία!»
«— Τι συμβαίνει πάλι; φώναξαν οι γυναίκες.
»— Είναι δειλία και ντροπή, απάντησαν, να σκοτώσουμε έναν καημένο γέρο που κοιμάται! Ο οίκτος μάς εμπόδισε να το κάνουμε.
Ακούγοντας αυτή τη δικαιολογία, η Μπεατρίτσε κυριεύτηκε από αγανάκτηση και άρχισε να τους βρίζει, λέγοντας:
»— Λοιπόν, τι άντρες είστε εσείς που, αν και προετοιμαστήκατε γι’ αυτή την πράξη, δεν έχετε το θάρρος να σκοτώσετε κάποιον που κοιμάται! Αν ήταν ξύπνιος, θα τολμούσατε ακόμη λιγότερο να τον κοιτάξετε καταπρόσωπο! Τολμάτε να παίρνετε χρήματα και να ενεργείτε έτσι! Ε, λοιπόν! αφού η δειλία σας το θέλει, εγώ θα σκοτώσω τον πατέρα μου, κι όσο για σας, δεν θα ζήσετε πολύ ακόμα!»