Ξημερώματα, στις 26 Γενάρη 1855, ένα φριχτό κρύο (-18°C) στο Παρίσι και στη rue de la Vieille Lanterne κρεμασμένος ο Zεράρ ντε Νερβάλ. Μόλις είχε τελειώσει το γράψιμο της Αυρηλίας και μερικοί φίλοι του είπαν ότι τα τελευταία κομμάτια του έργου τα βρήκαν στις τσέπες του νεκρού.
«Επιχειρώ να γράψω και να διαπιστώσω όλες τις εντυπώσεις που μου άφησε η αρρώστια μου. Δεν θα είναι μια μελέτη άχρηστη για την παρατήρηση και την επιστήμη. Ποτέ δεν ένιωσα μεγαλύτερη ευχέρεια ανάλυσης και περιγραφής». Είναι ένα παράξενο αφήγημα. Ούτε διήγημα, ούτε νουβέλα, ούτε άλλο τίποτε από τα γνωστά. Μια κάθοδος στον άλλο κόσμο, στο όνειρο, στην τρέλα. Την 1η Γενάρη 1855, στο Revue de Ρaris δημοσιεύεται το πρώτο μέρος της Αυρηλίας. Είκοσι πέντε μέρες μετά, ο Νερβάλ αυτοκτονεί. Το δεύτερο μέρος βλέπει το φως, στο ίδιο περιοδικό, είκοσι μέρες μετά την αυτοκτονία. Πέρασαν χρόνια. Ο Νερβάλ ξεχάστηκε. Με τα φώτα των σουρεαλιστών ξαναφάνηκε. Τόσο αυτός όσο και ο Σαντ. Δύο από τους μεγαλύτερους τεχνίτες του φανταστικού.
Βαγγέλης Κάσσος