«Κάποτε θ’ αντέξω την άνοιξη. Όσο βλέπω ζευγαράκια στο παγκάκι του γειτονικού πάρκου· όσο φιλιούνται, όσο κοιτάζονται με της λαχτάρας το χαμόγελο, υπάρχει ελπίδα. Υπάρχει φως, υπάρχει ζωή, υπάρχει έρωτας. Όσο οι ηθοποιοί υποκλίνονται στο τέλος μιας θεατρικής παράστασης, όσο ένα δάκρυ κυλά στο τέλος μιας κινηματογραφικής προβολής, όσο ένας κρυφός λυγμός συνοδεύει την ολοκλήρωση της ανάγνωσης ενός λογοτεχνικού έργου, θα υπάρχει φως, θα υπάρχει έρωτας».
Μια διάσημη νεαρή ηθοποιός κι ένας μεσήλικας οικονομολόγος γνωρίζονται τυχαία. Η ζωή τούς επιφυλάσσει έναν ιδιότυπο και δυνατό έρωτα. Έναν έρωτα που παλεύει μέσα από κύκλους ωρίμανσης και παράλληλες ιστορίες να μετουσιωθεί σε αγάπη, με φόντο τα τοπία των Κυκλάδων.
Άραγε το τέλος είναι λύτρωση ή καταδίκη;