Μια ανθολογία ελληνικού διηγήματος του 20ού αιώνα είναι, εκ των πραγμάτων, ένα εγχείρημα συνολικού χαρακτήρα. Οφείλει να αποτυπώνει μέσα από κατασταλαγμένες μορφές τόσο τις περιπέτειες της γραφής όσο και της γλώσσας, αλλά και της χώρας που ανέδειξε τους επιλεγμένους διηγηματογράφους. Όσο απαραίτητοι είναι σε μια ανθολογία οι δημιουργοί-ογκόλιθοι, οι δημιουργοί στους οποίους αναφερόμαστε αυθόρμητα, σχεδόν χωρίς σκέψη, άλλο τόσο ενδυναμώνουν την ανθολογία αυτή οι δημιουργοί ήσσονος σημασίας. Οι συγγραφείς δηλαδή που αποτυπώνουν `στιγμές` και `εικόνες` ταπεινές και φαινομενικά ασήμαντες, οι οποίες συχνά ξεφεύγουν από το χείμαρρο των καταστάσεων που αναδεικνύουν τα κορυφαία μεγέθη. Και στη μία και στην άλλη περίσταση πρόκειται για δημιουργούς διηγηματογράφους που η ιστορία της λογοτεχνίας έχει ήδη κατακυρώσει. Γιατί μια ανθολογία η οποία φιλοδοξεί να περικλείσει έναν αιώνα δεν είναι δυνατόν να αναφέρεται σε πειραματικές, ανιχνευτικές τάσεις, αλλά μονάχα σε ό,τι έχουν ήδη καταξιώσει ο χρόνος και η μνήμη.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]