Ο σερ Πάτρικ "Πάντι" Μάικλ Λη Φέρμορ, (11 Φεβρουαρίου 1915 – 10 Ιουνίου 2011) ήταν Βρετανός συγγραφέας, λόγιος και στρατιώτης, που έπαιξε σημαντικό ρόλο στη Μάχη της Κρήτης κατά τη διάρκεια του Β' Π.Π.. Όσο ζούσε, θεωρείτο ως ένας "από τους μεγαλύτερους εν ζωή Βρετανούς περιηγητές", ενώ περιγράφτηκε κάποτε από το BBC ως "κράμα ανάμεσα σε Ιντιάνα Τζόουνς, Τζέιμς Μποντ και Γράχαμ Γκριν".
Γεννήθηκε στο Λονδίνο και ήταν γιος του Λιούις Λη Φέρμορ διακεκριμένου γεωλόγου και της Μούριελ Αϊλήν. Λίγο μετά τη γέννησή του η μητέρα του έφυγε, προκειμένου να συναντήσει τον πατέρα του στις Ινδίες, αφήνοντάς τον πίσω στην Αγγλία με μια άλλη οικογένεια. Ως παιδί ο Λη Φέρμορ είχε προβλήματα με τη δομή και τους περιορισμούς της ακαδημαϊκής πειραρχίας. Για αυτό τον έστειλαν σε σχολείο για "δύσκολα παιδιά". Αργότερα αποβλήθηκε από το Κινγκς Σκουλ, του Καντέρμπουρι. Συνέχισε τη μάθησή του διαβάζοντας κείμενα στην Ελληνική και τα Λατινικά, έργα του Σαίξπηρ και ιστορία, με απώτερο στόχο τη Στρατιωτική Ακαδημία του Σάντχερστ.Στην ηλικία των 18, ο Λη Φέρμορ αποφάσισε να ταξιδέψει στην Ευρώπη, από το Χουκ της Ολλανδίας έως την Κωνσταντινούπολη. Ξεκίνησε στις 8 Δεκεμβρίου 1933, λίγο μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία στη Γερμανία, με λίγα ρούχα, το Βιβλίο της Οξφόρδης Αγγλικών Στίχων και ένα τόμο των Ωδών του Οράτιου. Κοιμόταν όπου εύρισκε, είτε σε αχυρώνες και καλύβες βοσκών, είτε σε σπίτια της αριστοκρατίας της Κεντρικής Ευρώπης, ακόμη και σε μοναστήρια. Δύο από τα περιηγητικά του έργα, Η εποχή της Δωρεάς (1977) και το Ανάμεσα στα Δάση και τα Νερά (1986), περιγράφουν με λεπτομέρειες το ταξίδι του.Ο Λη Φέρμορ έφθασε στην Κωνσταντινούπολη την 1η Ιανουαρίου 1935, και συνέχισε το ταξίδι του κατά μήκος της ελληνικής χερσονήσου. Τον Μάρτιο, ενεπλάκη με την εκστρατεία των βασιλικών δυνάμεων στη Μακεδονία ενάντια στη δημοκρατική εξέγερση του 1935. Στην Αθήνα, συνάντησε την Μπαλάσα Καντακουζηνού (Bălaşa Cantacuzino), Ρουμάνα ευγενή της οικογένειας των Καντακουζηνών, την οποία και ερωτεύτηκε. Έζησαν σε έναν παλαιό νερόμυλο, έξω από την πόλη, που έβλεπε προς τον Πόρο. Εκείνος έγραφε και εκείνη ζωγράφιζε. Αργότερα μετακόμισαν στο Μπάλενι Băleni, τον οίκο της οικογένειας των Καντακουζηνών στη Μολδαβία, έως το ξέσπασμα του Β' Π.Π.Με το ξέσπασμα του πολέμου ο Φέρμορ κατατάχθηκε στην Ιρλανδική Φρουρά, αλλά εξαιτίας της γνώσης που κατείχε ήδη για τον ελλαδικό χώρο, απεστάλη στο Σώμα Γενικών Καθηκόντων (General Service Corps) και έγινε στρατιωτικός σύνδεσμος στην Αλβανία. Πολέμησε στην Κρήτη και την ηπειρωτική Ελλάδα. Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής, επέστρεψε στην Κρήτη τρεις φορές, τη μία με αλεξίπτωτο. Ανήκε σε μια ολιγάριθμη ομάδα αξιωματικών που είχε ως στόχο της της οργάνωση της αντίστασης του νησιού στη γερμανική κατοχή. Μεταμφιεσμένος ως βοσκός με το ψευδώνυμο Μιχάλης ή Filedem (Φιλεντέμ=φίλε μου Αδάμ), έζησε περισσότερα από δύο χρόνια στα βουνά. Με τον Γουίλιαμ Στάνλεϊ Μος ως υπαρχηγό, Ο Λη Φέρμορ οδήγησε την ομάδα που συνέλαβε το 1944 τον Γερμανό διοικητή, Χάινριχ Κράιπε. Οι Κρητικοί γιορτάζουν τη μνήμη της απαγωγής του Κράιπε κοντά στις Αρχάνες.Ο Λη Φέρμορ παντρεύτηκε το 1968 την Τζόαν Ελίζαμπεθ Ράινερ, που τον συνόδεψε σε πολλά από τα ταξίδια του μέχρι το θάνατό της στην Καρδαμύλη τον Ιούνιο του 2003 στην ηλικία των 91. Ζούσαν ένα τμήμα του χρόνου στο σπίτι τους, σε έναν ελαιώνα στη Μάνη (για την οποία συνέγραψε ομότιτλο βιβλίο, που μετέφρασε στα ελληνικά ο προσωπικός του φίλος, πρώην Πρωθυπουργός Τζαννής Τζαννετάκης) και το υπόλοιπο στο Γουορτσέστερσαιρ. Το 2004 στις Τιμητικές Διακρίσεις Νέου Έτους ο Πάτρικ Λη Φέρμορ χρίστηκε ιππότης. Το 2007 ανέφερε πως αποφάσισε να χρησιμοποιήσει γραφομηχανή, έχοντας γράψει όλα τα βιβλία του έως τότε χειρόγραφα.Ο Πάτρικ Λη Φέρμορ πέθανε στις 10 Ιουνίου 2011, σε ηλικία 96 ετών, μετά από μακρά ασθένεια.(Πηγή: http://el.wikipedia.org/ )